Αρχική σελίδα » Έρευνα » Ομάδα Αιματολογίας » Ερευνητικά Ενδιαφέροντα

Ομάδα Αιματολογίας-Ερευνητικά Ενδιαφέροντα

Το αιματολογικό τμήμα της κλινικής της Παθολογικής Φυσιολογίας λειτουργεί στην παρούσα του μορφή από το 2000 υπό την ευθύνη του Καθηγητή Αιματολογίας κ. Μ. Βουλγαρέλη

Το προσωπικό του τμήματος δραστηριοποιείται τόσο όσον αφορά στο κλινικό και ερευνητικό έργο αλλά και το διδακτικό, ενώ στα πλαίσια του τμήματος λειτουργεί και το Αιματολογικό Εργαστήριο της Κλινικής Παθολογικής Φυσιολογίας.

Κλινικό έργο:

To κλινικό έργο του αιματολογικού τμήματος περιλαμβάνει την φροντίδα των αιματολογικών ασθενών που νοσηλεύονται στην Κλινική της Παθολογικής Φυσιολογίας και την παρακολούθηση ασθενών σε εξωτερική βάση με τακτικό εξωτερικό αιματολογικό ιατρείο και κλινική μονοήμερης νοσηλείας (εξωτερικά ιατρεία ΓΝΑ Λαϊκό στην οδό Σεβαστουπόλεως 16 και στην Κλινική Παθολογικής Φυσιολογίας  ΓΝΑ Λαϊκό). Αντιμετωπίζεται το σύνολο του φάσματος των αιματολογικών κακοηθειών (λέμφωμα-λευχαιμία-μυέλωμα), μυελοδυσπλαστικά/ μυελοϋπερπλαστικά σύδρομα και καλοήθεις αιματολογικές διαταραχές.

Εκτός από την αντιμετώπιση αμιγώς αιματολογικών περιστατικών το ιατρικό προσωπικό του τμήματος παρέχει υπηρεσίες συμβουλευτικής αιματολογίας τόσο στα πλαίσια  της Κλινικής της Παθολογικής Φυσιολογίας, όσο και σε άλλες κλινικές του Λαϊκού Νοσοκομείου.

Στα πλαίσια της συμβουλευτικής που αφορά τις άλλες Κλινικές του ΓΝΑ Λαϊκό και σε συνεργασία με τη Μονάδα Μεταμόσχευσης Νεφρού του ΓΝΑ Λαϊκό, το τμήμα αναλαμβάνει τη διάγνωση και αντιμετώπιση των λεμφοϋπερπλαστικών διαταραχών που αναπτύσσονται μετά τη μεταμόσχευση συμπαγών οργάνων, με ιδιαίτερη εμπειρία στη διαχείριση των ασθενών με λεμφοϋπερπλαστικά νοσήματα μετά από μεταμόσχευση νεφρού.

Η μεγάλη εμπειρία της κλινικής της Παθολογικής Φυσιολογίας στη διάγνωση και θεραπεία αυτοανόσων νοσημάτων καθιστά την αιματολογική μονάδα κέντρο αναφοράς για την αντιμετώπιση, όχι μόνο των αυτοάνοσων αιματολογικών διαταραχών (αυτοάνοση θρομβοπενία/ αιμολυτική αναιμία), αλλά και των αιματολογικών εκδηλώσεων των αυτοανόσων νοσημάτων, με ιδιαίτερη εμπειρία στην αντιμετώπιση λεμφωμάτων που αναπτύσσονται στα πλαίσια αυτοάνοσων νοσημάτων. Επιπρόσθετα, το αιματολογικό τμήμα αποτελεί κέντρο αναφοράς για τη διάγνωση, παρακολούθηση και αντιμετώπιση ασθενών με μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα που παρουσιάζουν αυτοάνοσες εκδηλώσεις.

Ερευνητικό έργο:

Το ερευνητικό έργο του τμήματος εστιάζεται στη μελέτη μηχανισμών που εμπλέκονται στην παθογένεια των μυελοδυσπλαστικών συνδρόμων. Συγκεκριμένα,

  • Διενεργείται μελέτη της επίδρασης του μονοπατιού HIF-1a/REDD1/αυτοφαγίας στο μεταβολισμό και τη διαφοροποίηση των μυελικών κυττάρων ασθενών με μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα. Πρόσφατα στοιχεία υποδεικνύουν ότι ο κυτταρικός μεταβολισμός και η αυτοφαγία ρυθμίζονται εγγενώς με κοινές οδούς στα αρχέγονα αιμοποιητικά κύτταρα. Έχει πρόσφατα αποδειχθεί ότι η αυτοφαγία παίζει σημαντικό ρόλο στην τελική διαφοροποίηση της κοκκιώδους, παρέχοντας επαρκή λιπαρά οξέα για μεταβολική μεταστροφή από τη γλυκόλυση στην οξειδωτική φωσφορυλίωση, η οποία απαιτείται για την διαφοροποίηση των ώριμων ουδετερόφιλων. Οι μεταβολές της τοποβιολογίας των αιμοποιητικών φωλιών στα μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα συνεπάγονται μεταβολικές διαταραχές στα στελεχιαία και τα προγονικά αιμοποιητικά κύτταρα, οδηγώντας σε μη αποδοτική αιμοποίηση στο ΜΔΣ, με άμεση εμπλοκή του άξονα HIF-1α/REDD1. Η μελέτη αυτή έχει ως στόχο όχι μόνο να αποσαφηνίσει έναν παθογενετικό μηχανισμό για τα μυελοδυσπλαστικά σύνδρομα, αλλά να αναδείξει και πιθανούς θεραπευτικούς στόχους για την αντιμετώπιση της μη αποδοτικής αιμοποίησης, σε μια ομάδα νοσημάτων των οποίων η θεραπευτική προσέγγιση παραμένει ακόμη μη ικανοποιητική.

  • Πραγματοποιείται μελέτη του ρόλου του  HLA-G στην ανοσολογική απορρύθμιση που εμπλέκεται στην παθογένεια και την εξέλιξη των μυελοδυσπλαστικών συνδρόμων

  • Στο παρελθόν το τμήμα έχει πραγματοποιήσει μελέτη του ρόλου του μεταγραφικού παράγοντα IRF-1 στην παθογένεια των μυελοδυσπλαστικών συνδρόμων και της αυτοανοσίας. Ο IRF-1 είναι ένας μεταγραφικός παράγοντας για την ιντερφερόνη-β, καθώς και για άλλα επαγόμενα από την ιντερφερόνη γονίδια. Ο IRF-1 έχει εδραιωμένο ρόλο στη διαφοροποίηση του αιμοποιητικού και του ανοσολογικού συστήματος, καθώς και στην παθογένεια αιματολογικών νοσημάτων , όπως η χρόνια μυελογενής λευχαιμία και η οξεία μυελογενής λευχαιμία. Το εργαστήριο έχει μελετήσει το ρόλο του IRF σε σύνδρομα μυελικής ανεπάρκειας, μυελοδυσπλασίας και λευχαιμογένεσης.

Ένας άλλος τομέας ενδιαφέροντος του τμήματος αποτελεί η λεμφωματογένεση στο σύνδρομο Sjogren's, με εστιασμό στην μελέτη των παθοφυσιολογικών μηχανισμών που ευθύνονται για την μετάβαση από την αυτοανοσία στην μονοκλωνικότητα και στην εμφάνιση λεμφώματος.

Στα πλαίσια της συνεργασίας με το Αιματολογικό Ερευνητικό Εργαστήριο του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερενών της Ακαδημίας Αθηνών, έχει αναπτυχθεί  μια σειρά πρωτοκόλλων για τη μελέτη των μυελοϋπερπλαστικών συνδρόμων, με έμφαση στο υπερηωσινοφιλικό σύνδρομο.